“Μελωδίες. Στο μυαλό μου πάντα υπάρχουν οι μελωδίες. Ηχούν συνέχεια. Σάλσα και μπατσάτα. Μπατσάτα και σάλσα. Δεν σταματούν ποτέ.
Εμείς οι Λατίνοι είμαστε πολύ θορυβώδεις. Παίζουμε και ακούμε μουσική όλη την ώρα. Τα πάντα, για μας, είναι ένα μεγάλο πάρτι. Μία μελωδία είναι μία καλή αφορμή για γιορτή.
Γεννήθηκα στις 13 Φεβρουαρίου του 1991, στην Κούβα. Τα παιδικά μου χρόνια ήταν σπουδαία! Το σπίτι μου ήταν γεμάτο κόσμο. Πολύ κόσμο! Θυμάμαι πως, όταν μαζευόμασταν, ήμασταν τουλάχιστον εννέα άνθρωποι γύρω από το τραπέζι και, αλήθεια, το λάτρευα αυτό. Κι ας ήταν σε έναν σχετικά μικρό χώρο. Ήταν όλοι δίπλα σου και συχνά μπορούσες απλά να θυμώσεις μαζί τους. Το σκέφτομαι και γελώ…
Αυτή είναι η δυνατότερη μνήμη της παιδικής μου ηλικίας. Η οικογένειά μου. Και η εικόνα της γιαγιάς μου και της μαμάς μου να μαγειρεύουν για εμάς. Τις αγαπώ. Μάλιστα, η μαγειρική είναι και το δικό μου χόμπι. Ίσως δεν το ξέρετε, αλλά, όταν ήμουν στην Ιταλία, σπούδαζα για να γίνω σεφ.
Η μαγειρική και το να… τρώω σοκολάτες είναι οι αγαπημένες μου συνήθειες.
Λίγοι γνωρίζουν, επίσης, ότι η καταγωγή του μπαμπά μου είναι από τη Τζαμάικα. Και λίγοι ξέρουν πώς επέλεξε το όνομα «Χάουαρντ» η μαμά μου. Είναι από μια γνωστή ταινία των ‘80s, το «Howard, the duck», βασισμένη σε έναν ήρωα κόμικ. Της άρεσε αυτό το όνομα, όπως φαίνεται, και το κράτησε για μένα.
Τα ‘90s; Για να είμαι ειλικρινής, δεν θυμάμαι έντονα τη συγκεκριμένη δεκαετία στην Αβάνα. Μπορώ να πω, όμως, πως αυτά τα χρόνια δεν ήταν πολύ καλά για την Κούβα. Όχι, δεν ήταν τραγικά, αλλά δεν ήταν καθόλου εύκολα χρόνια για τον κόσμο.
Το πρώτο άθλημά μου εκεί ήταν το μπέιζμπολ. Τι άλλο θα μπορούσε να ήταν στην πατρίδα μου; Η μετάβασή μου στο μπάσκετ οφείλεται στην οικογένειά μου. Το λατρεύουν. Και εγώ το λατρεύω, όμως! Οπότε, όταν μετακόμισα, στα 15 μου, στην Ιταλία, όπου το μπέιζμπολ δεν είναι τόσο δημοφιλές όσο στην Κούβα, είπα: «γιατί όχι μπάσκετμπολ;».
Κάπως έτσι, ξεκίνησα… Έπαιζα ήδη «μονά» και «3on3» στη γειτονιά μου, άρχισα να ασχολούμαι πιο σοβαρά και συνέχισα, επαγγελματικά. Ο λευκός σκούφος του σεφ αντικαταστάθηκε από μία μπάλα του μπάσκετ…
Το να παίζεις μπάσκετ στην Κούβα είναι πολύ δύσκολο. Δεν σε ξέρει κανείς. Αλλά όταν παίζεις εκεί αυτό το άθλημα, το κάνεις με αληθινό πάθος. Δεν παίζεις για τα λεφτά ή κάτι άλλο. Παίζεις για την αγάπη σου.
Η ατάκα «for the love of the game» είναι συνηθισμένη, αλλά και το καλύτερο και καταλληλότερο αρχικό κίνητρο.
Μέσω του μπάσκετ, προσωπικά, έχω καταφέρει να ταξιδέψω σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Θα ήθελα και η χώρα μου να αποτελεί κομμάτι αυτού του κόσμου, να ευημερεί. Θα ήθελα να μην φεύγουν οι άνθρωποι από τον τόπο τους.
Αλήθεια, δεν έχω σκεφτεί αν θα επέστρεφα για να ζήσω στην Κούβα, όταν τελειώσω την καριέρα μου. Εξαρτάται από πολλά πράγματα. Πηγαίνω, όμως, εκεί κάθε καλοκαίρι. Γυρίζω στο σπίτι. Είναι μία εξαιρετική ευκαιρία και συγκυρία, ώστε η «δική μου Κούβα» να μην υπάρχει μόνο στη σκέψη και τις αναμνήσεις μου.
Το κάνω για τους δικούς μου ανθρώπους. Η οικογένειά μου, όπου και αν βρίσκομαι, είναι η προτεραιότητά μου.”
(adsbygoogle = window.adsbygoogle || []).push({});