Uncategorized

Ένα γράμμα στον παππού μου,που ζούσε για την ΑΕΚ!

Αγαπημένε μου παππού, δεν θυμάμαι ποια ήταν η τελευταία φορά που επιχείρησα να γράψω γράμμα σε κάποιον. Δεν τα πάω καλά με τις εξομολογήσεις και ξέρεις πολύ καλά τον λόγο. Ντρέπομαι αφόρητα πολύ, σχεδόν υποφέρω ακόμη και όταν καλούμαι να γράψω μπροστά από μία οθόνη. Τα ταχύρρυθμα μαθήματα που μου έκανες όταν ήμουν δεν ήμουν 6 χρονών για να νικήσω την εσωστρέφεια μου δεν έπιασαν τόπο. Δεν είναι δικό σου το λάθος, δικό μου είναι. Σου το χρεώνω όμως ως αποτυχία, την μία από τις δύο μέσα στα 15 χρόνια που εσύ μεγάλωνες και εγώ ενηλικιωνόμουν.

Για να είμαι δίκαιος, είχες και μία δεύτερη αποτυχία παππού, από εκείνες που δεν τις πιάνει το μάτι σου. Από εκείνες που στην πραγματικότητα δύσκολα μεταφράζονται ως αποτυχίες, γιατί κάπου στο ενδιάμεσο μπαίνει και η επιθυμία. Έζησες ως περήφανος και παθιασμένος φίλαθλος της ΑΕΚ με έναν μικρό αστερίσκο. Εγώ σου ξέφυγα, την σκαπούλαρα, έγινα Ολυμπιακός. Δεν είναι παράδοξο. Γεννήθηκα την εποχή κατά την οποία η ομάδα που άκουγες και έβγαζες σπυράκια, μεσουρανούσε. Έπαιρνε το ένα πρωτάθλημα μετά το άλλο, χωρίς να σημειώνει απαραίτητα συγκλονιστικές επιδόσεις. Τα παιδιά λατρεύουν να βρίσκονται στο πλευρό των νικητών, αδιαφορούν για την συνολική εικόνα. Καταλαβαίνεις αγαπημένε μου παππού;

Ξέρω πως από μέσα σου έβραζες. Έχω καρέ – καρέ στη μνήμη μου την ημέρα, την ώρα, το δευτερόλεπτο που με ρώτησες με την βραχνή σου φωνή τι ομάδα είμαι. Και με τις λέξεις να βγαίνουν με συστολή από το στόμα μου, σου απάντησα: “Ολυμπιακός”. Μου πήρε αιώνες να συλλαβίσω την λέξη, να την ενώσω και να στην απευθύνω, από φόβο για μία εκτός ελέγχου αντίδραση σου. Απλώς μου χαμογέλασες συνωμοτικά. Πολύ έξυπνη κίνηση εκ μέρους σου παππού, οφείλω να το ομολογήσω. Αποπροσανατολίστηκα.

Το αυθόρμητο πλάνο σου έπιασε τόπο. Πέτυχες να μακιγιάρεις την απογοήτευσή σου και να γλιτώσεις τον εγγονό σου από τις τύψεις και τις ενοχές. Τα πήγες περίφημα παππού, πραγματικά περίφημα. Αυτό ήταν και το μεγάλο σου ταλέντο. Να κρύβεις τις ανήσυχες σκέψεις και τους προβληματισμούς σου από τους κοντινούς σου ανθρώπους για έναν πολύ ξεκάθαρο λόγο. Για να μην μας πληγώσεις. Κρυψίνους αλλά και εκνευριστικά ειλικρινής.

Τον Δεκέμβριο του 2012 έμαθα ότι μπαίνεις στο νοσοκομείο. Κάτι είχες στους πνεύμονες, μας είπαν οι γιατροί. Δεν γνώριζαν ακριβώς πόσο καταδικαστικό μπορεί να ήταν αυτό το κάτι για την υγεία και την ζωή σου, για αυτό κρίθηκε επιβεβλημένη η εισαγωγή σου στο Ερρίκος Ντυνάν. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων μας καθησύχασαν. Μόλις οι γιατροί αφαιρούσαν το επικίνδυνο υγρό από τους πνεύμονές σου, από την επόμενη κιόλας στιγμή θα έπαιρνες εξιτήριο. Θυμάσαι παππού;

Πανηγύριζα με σφιγμένες τις γροθιές στο άκουσμα των ευχάριστων ειδήσεων. Έβγαζα κάτι ακατάληπτες κραυγές λύτρωσης, γρύλιζα, πετούσα από την χαρά μου. Είχα πειστεί καιρό πριν για το πόσο σκληρό καρύδι είσαι. Είχες ντριμπλάρει μία ανακοπή καρδιάς και ένα ύπουλο ζάχαρο. Δεν θα το έβαζες κάτω τώρα. Η πρόβα τζενεράλε με τον θάνατο μπορούσε να περιμένει. Όχι όμως και η επιστροφή στο σπίτι και στην οικογένειά σου, στη γυναίκα, στα παιδιά και στα εγγόνια σου.

Στο σχολείο, στο φροντιστήριο, στο σπίτι, στις προπονήσεις, με λίγα λόγια παντού, σκεφτόμουν τι δώρο να σου κάνω. Όσο και να έστυβα το μυαλό μου, δεν έβρισκα κάτι αντάξιο της περίστασης. Ώσπου, σε μία πρωινή κοπάνα, μου ήρθε η επιφοίτηση σχεδόν αβίαστα. “Πως δεν το είχα σκεφτεί τόσες μέρες” είπα ψιθυριστά. Θα έκλεινα εισιτήρια για ένα εντός έδρας παιχνίδι της ΑΕΚ στο ΟΑΚΑ. Για τους δυο μας.

Δεν πήγαμε ποτέ σε εκείνο το παιχνίδι. Θυμάσαι γιατί παππού; Γιατί δεν βγήκες ποτέ ξανά από το νοσοκομείο. Κόλλησες την πρώτη ενδονοσοκομειακή λοίμωξη, την δεύτερη, την τρίτη και πάει λέγοντας. Μόνο νοσοκομειακά ιδρύματα και πόλεις άλλαζες. Σε μετέφεραν από την Αθήνα στην Λιβαδειά, σε ένα ανθρώπινο δωμάτιο με άγρυπνο φύλακα την γιαγιά. Σε επισκέφτηκα δύο φορές, ανήμερα του αγώνα Λεβαδειακός – ΑΕΚ( οι προβολείς του γηπέδου έλουζαν το διακριτικό μπαλκονάκι σου) και το βράδυ που η ΑΕΚ υποβιβάστηκε στην Γ’ Εθνική.

Δεν το έμαθες ποτέ ότι η ΑΕΚ κατέβηκε σε μία νύχτα δύο κατηγορίες. Δεν σου το είπε κανείς, ούτε καν εγώ. Στο κάτω – κάτω, σιγά μην ρίσκαρα να χάσω την αδυναμία που μου είχες, για να βγάλω τα κάστανα από την φωτιά. Τρελός ήμουν; Ήμουν, αλλά όχι τόσο ώστε να θυσιάσω μία από τις τελευταίες μας συνομιλίες.

Στενοχωριόμουν παππού, θέλω να το ξέρεις. Έστω και αν το μαθαίνεις(;) πέντε ολόκληρα χρόνια μετά. Δεν άντεχα να σε βλέπω αδύναμο και παραδομένο στο κρεβάτι, δεν άντεχα στην σκέψη και μόνο πως η μεγάλη σου αγάπη, η ΑΕΚ, έχει πάρει την κάτω βόλτα, δεν άντεχα στην παραδοχή πως δεν έχουμε κοινές ποδοσφαιρικές μνήμες. Είναι εύκολο να με συγχωρήσεις παππού όταν σε εκείνο τον ασύλληπτο τελικό μεταξύ Ολυμπιακού και ΑΕΚ, το 2009, σε απείλησα πως θα κρατήσω την αναπνοή μου μέχρι να σκάσω εάν δεν σταματήσεις να πανηγυρίζεις σαν έφηβος που έχει πάρει υπερβολική δόση τεστοστερόνης τα γκολ του Μπλάνκο;

Αγαπημένε μου παππού, η ΑΕΚ, όπως υποψιάζεσαι, υποβιβάστηκε το 2013, την χρονιά που έφυγες. Τις δύο επόμενες σεζόν, μάζεψε τα κομμάτια της και έκανε πλάκα στην Γ’ και στην Β’ Εθνική ενώ από το 2015 και ύστερα, βρίσκεται ανελλιπώς στην πρώτη κατηγορία, έχοντας κατακτήσει ένα Κύπελλο και ένα πρωτάθλημα. Και ετοιμάζεται για το απόλυτο comeback, για την επιστροφή της στο Champions League. Αλήθεια σου λέω παππού, δεν θα σου έγραφα μετά από τόσο καιρό μόνο και μόνο για να σε φλομώσω στα ψέματα.

Την περασμένη Τρίτη το βράδυ, η ΑΕΚ σου προκρίθηκε στα playoffs (συγγνώμη για τις αγγλικές λέξεις) του Champions League. Και ο εγγονός σου ήταν μέσα στο γήπεδο, πιο μέσα δεν γίνεται, στα δημοσιογραφικά. Μυρίστηκε το γκολ του Γκάλο στο 6′, ξεκόλλησε από την καρέκλα του όταν ο Λιβάγια διπλασίασε τα τέρματα της ομάδας σου και έπαθε τρία απανωτά εγκεφαλικά στις καθυστερήσεις του δευτέρου ημιχρόνου. Η Σέλτικ δεν βρήκε το γκολ της ισοφάρισης που έψαχνε και το ανακουφιστικό σφύριγμα της λήξης σήκωσε το βλέμμα μου προς τον ουρανό. Προς τα σένα.

Σε κάθε επίσκεψη μου στο χωριό, κοιτάζω με τις ώρες την πολυθρόνα σου, στην οποία απαγορευόταν ρητά να καθίσει οποιοσδήποτε άλλος εκτός από σένα. Νομίζω πως θα σε βρω πάνω εκεί να διαβάζεις το ρεπορτάζ της ΑΕΚ. Ανοίγω τις ντουλάπες και χαζεύω τα κιτρινόμαυρα κασκόλ σου και τις σημαίες με τον δικέφαλο αετό. Φυλάω σαν τον πιο πολύτιμο θησαυρό του κόσμου τα αποκόμματα από τις εφημερίδες που φωλιάζουν στα συρτάρια του γραφείου και στο πατάρι.

Αγαπημένε μου παππού, πλέον έχω και κάτι δικό σου να αγαπάω. Την ΑΕΚ.

Πηγή: ONEMAN