Το πτώμα του αγωνιστή και δικηγόρου ανακαλύφθηκε τα ξημερώματα της 22ας Μαΐου του 1967 να έχει ξεβραστεί σε ακτή της Ρόδου, φέροντας κακώσεις, τραύματα, αλλά και μια τρύπα στο στήθος που αποδόθηκε σε σφαίρα από ανεξάρτητους εκτιμητές, όμως η ιατροδικαστική έκθεση των οργάνων του καθεστώτος έκανε λόγο για πνιγμό, παρά το γεγονός ότι όλα τα στοιχεία συνηγορούσαν σε ακόμα μία στυγνή δολοφονία.
Έντονα πολιτικοποιημένος, φίλος της οικογένειας Παπανδρέου και κάποτε υποψήφιος βουλευτής με την Ένωση Κέντρου, ο Μανδηλάρας είχε ανοιχτούς λογαριασμούς με τους δικτάτορες πριν καν αυτοί πάρουν με δόλιο τρόπο την εξουσία στα χέρια τους και καταλύσουν την Δημοκρατία.
Έναν χρόνο πριν βγουν τα τανκς στους δρόμους είχε προειδοποιήσει μιλώντας σε δραματικούς τόνους για το επικείμενο πραξικόπημα, ενώ παρά το ταραχώδες πολιτικό κλίμα της εποχής, είχε τολμήσει κατά την διάρκεια σχετικής δίκης να αποκαλύψει ότι ο Γεώργιος Παπαδόπουλος είχε διαγνωστεί με ψυχιατρική νόσο. Μάλιστα είχε καταθέσει ενώπιον των δικαστών και την σχετική ιατρική γνωμάτευση η οποία ως δια μαγείας εξαφανίστηκε από τα πρακτικά, ενώ αργότερα (προφανώς εντελώς «συμπτωματικά» και βολικά) ο γιατρός που είχε υπογράψει το ντοκουμέντο βρέθηκε απαγχονισμένος μέσα στο γραφείο του…
Ήταν η περίφημη δίκη για την ΑΣΠΙΔΑ, το ακρωνύμιο της κίνησης «Αξιωματικοί Σώσατε Πατρίδα, Ιδανικά, Δημοκρατία, Αξιοκρατία», όταν ο τότε διοικητής των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στην Κύπρο, στρατηγός Γρίβας, κατήγγειλε πως στους κόλπους του στρατού είχε δημιουργηθεί μια οργάνωση, με τις πολιτικές πλάτες του Ανδρέα Παπανδρέου. Σύμφωνα με την εκδοχή των ακροδεξιών στοιχείων, στόχος αυτής της «συνωμοτικής» κίνησης ήταν η ανατροπή της κυβέρνησης και η επιβολή δικτατορίας… Μια ιστορία που τελικά «επιβεβαιώθηκε» αλλά από την εντελώς αντίθετη πλευρά και φυσικά η αλήθεια ήταν εντελώς διαφορετική από την εκδοχή που παρουσιάστηκε.
Κατά τη διάρκεια της δίκης ο Μανδηλαράς, ως συνήγορος υπεράσπισης ενός εκ των κατηγορουμένων, θα ξεσπαθώσει εναντίον των κατηγόρων, ξεσκεπάζοντας την σκευωρία που είχε στήσει ο ίδιος ο Γιώργος Παπαδόπουλος και φυσικά όταν τελικά εκείνος κατέλαβε βίαια την εξουσία τον Απρίλιο του 1967, ο δικηγόρος αντιλήφθηκε πως η ζωή του τελούσε υπό σοβαρό κίνδυνο.
Αρχικά βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι ενός έμπιστου φίλου του αξιωματικού για να κερδίσει λίγο χρόνο μέχρι να καταφέρει να διαφύγει στο εξωτερικό, την ίδια ώρα που συλλαμβάνονται από τον Παττακό κατά δεκάδες και εκατοντάδες οι αντιφρονούντες. Μετά από περίπου δύο εβδομάδες που παρέμεινε κλεισμένος σε ένα δωμάτιο στην Λεωφόρο Αλεξάνδρας, κατορθώνει μέσω ενός συναδέλφου του που εργαζόταν ως σύμβουλος σε ναυτιλιακή εταιρεία να βρει θέση σε πλοίο που θα έφευγε με προορισμό την Κύπρο. Ο καπετάνιος ήταν πολέμιος της Χούντας και δέχτηκε να πάρει αυτό το τεράστιο ρίσκο.
Παρά τους ενδοιασμούς της συζύγου του που εκφράζει φόβους για προδοσία, ο Μανδηλαράς γνωρίζει από κοντά τον πλοίαρχο, Πέτρο Ποτάγα και παίρνει την απόφαση να επιβιβαστεί στο φορτηγό «Rita V» και να μείνει κρυμμένος στην καμπίνα του καπετάνιου μέχρι το πλοίο να φτάσει στον τελικό προορισμό του.
Μέχρι το καράβι να φτάσει λίγο έξω από την Ρόδο τα πάντα κυλούσαν σύμφωνα με το αρχικό σχέδιο και ο Μανδηλαράς (πάντα κρυμμένος στην καμπίνα) νιώθει ότι πλησιάζει στην ελευθερία. Όμως το μεσημέρι της 18ης Μαΐου φτάνει στο πλοίο το σήμα του υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, το οποίο μαρτυρά ότι υπήρξε καταδότης που τα είχε πει όλα. Ο Ποταγάς διαβάζει το τηλεγράφημα που αναφέρει χαρακτηριστικά: «Προς πλοίαρχο: Αναφέρατε κατεπειγόντως και υπευθύνως εάν πλοίον σας επιβαίνουν πρόσωπα ξένα προς πλήρωμα ως και πλήρη στοιχεία τούτων. Εν καταφατική περιπτώσει θέσατε πρόσωπα υπό ασφαλή φρούρησιν και πλεύσατε εις λιμένα Ρόδου εν αναμονή αφίξεως Λιμενικής Αρχής. ΣΤΟΠ Σημάνατε επειγόντως στίγμα σας πορείαν, ταχύτητα και πιθανή ώρα κατάπλου εις Ρόδον ΣΤΟΠ». Ωστόσο ο καπετάνιος βρίσκει το θάρρος να απαντήσει ότι μετά από έλεγχο δεν βρέθηκε κανένας λαθρεπιβάτης.
Οι χουντικοί απαντούν με δεύτερο τηλεγράφημα, σε ακόμη πιο έντονο ύφος, και όταν εισπράττουν και νέα αρνητική απάντηση, δεν αφήνουν άλλα περιθώρια. Σε τρίτη επικοινωνία, δίνουν πια διαταγή να πλεύσει το «Rita V» προς το λιμάνι της Ρόδου προκειμένου να υποβληθεί σε έλεγχο. Ο Μανδηλαράς αντιλαμβάνεται ότι δεν έχει καμία άλλη λύση πέρα από το να πέσει στη θάλασσα. Άλλωστε οι καιρικές συνθήκες ήταν εξαιρετικές και ο ίδιος έχοντας υπηρετήσει στις ειδικές δυνάμεις, έχει πολύ καλή φυσική κατάσταση. Θεωρεί ότι θα είναι ικανός να κολυμπήσει μέχρι την πιο κοντινή παραλία, καλύπτοντας μια απόσταση που δεν ήταν μεγαλύτερη από 2 ναυτικά μίλια. Στο νησί είχε φίλους που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν.
Σύμφωνα με την κατάθεση του πλοιάρχου ο Μανδηλαράς φορώντας σορτς και κοντομάνικο πουκάμισο. Μαζί του έχει ένα σωσίβιο και μια πλαστική συσκευασία με τα ρούχα. Όταν όμως αργότερα θα βρεθεί η σωρός του, πέντε ημέρες αργότερα, η εκδοχή της Χούντας ήταν εντελώς διαφορετική. Η ιατροδικαστική έκθεση κάνει λόγο για θάνατο από πνιγμό, παρά τις ενδείξεις για το ακριβώς αντίθετο. Στους πνεύμονες δεν βρέθηκε νερό, στο σημείο υπήρχε αίμα που έβγαινε από τα αυτιά, πράγμα αδύνατο για σορό που βρισκόταν στην θάλασσα, ενώ όλα τα τραύματα που διαπιστώθηκαν στο σώμα του αποδόθηκαν σε βράχια, αν και στην περιοχή δεν υπήρχαν… Φυσικά, οι υπογραφές των γιατρών είτε αφορούσαν όργανα των πραξικοπηματιών είτε ανθρώπους που δέχτηκαν αφόρητες πιέσεις και ωμούς εκβιασμούς.
Άλλωστε υπάρχει η μαρτυρία που ανατρέπει την επίσημη εκδοχή, από τον αργότερα βουλευτή και δήμαρχο του νησιού, ο οποίος έγραψε σε βιβλίο του πως είχε ενημερωθεί από έναν χωρικό ότι ο Μανδηλαράς είχε καταφέρει να φτάσει στο νησί και κρυβόταν ενώ ζητούσε να τον συναντήσει. Κάτι που τελικά δεν πρόλαβε να κάνει, δυστυχώς. Επιπλέον, κάθε αμφιβολία για τους πραγματικούς λόγους του θανάτου του Μανδηλαρά τελειώνει απόρρητο έγγραφο μετά την πτώση της δικτατορίας που ανέφερε χαρακτηριστικά: «Αναφέρεται ότι καταζητούμενος Μανδηλαράς Νικηφόρος εθεάθη πρώτας πρωινάς ώρας σήμερον περιοχήν Αεροδρομίου Καλάθου, βληθείς υπό περιπόλου. Κατά νεωτέρας πληροφορίας περιφέρεται περιοχής Λάρδου. Ελήφθησαν άπαντα ενδεδειγμένα μέτρα προς σύλληψίν του». Ενημερώνονται οι τοπικές Αρχές στους άνδρες των οποίων δίδεται η εντολή «χτυπήστε τον στο ψαχνό».
Αφού έπεσαν οι συνταγματάρχες η υπόθεση του θανάτου του Μανδηλαρά έρχεται ξανά στην δημοσιότητα. Η ολομέλεια του Εφετείου Αθηνών ασκεί ποινική δίωξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση κυρίως κατά του αντισυνταγματάρχη της Χούντας Κωνσταντίνου Παπαδόπουλου και του τότε διοικητή της ΕΑΤ-ΕΣΑ, Ιωάννη Λαδά. Ωστόσο το 1978 μπαίνει στο αρχείο. Όμως πέντε χρόνια αργότερα η οικογένεια του δικηγόρου επανέρχεται ζητώντας δικαίωση και την αλήθεια για τις αιτίες του θανάτου του. Ακολουθεί εκταφή και νέα ιατροδικαστική έρευνα από τον Παναγιώτη Κουτσελίνη ο οποίος διαπιστώνει συντριπτικό κάταγμα στο κρανίο. Με βάση τα νέα ευρήματα ασκείται εκ νέου ποινική δίωξη σε βάρος των Παπαδόπουλου και του Λαδά. Το 1986 το Συμβούλιο Εφετών αποφασίζει ότι επρόκειτο πράγματι για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως με ηθικούς αυτουργούς τους δύο κατηγορούμενους αλλά η υπόθεση τίθεται οριστικά στο αρχείο…
Πηγή: menshouse.gr