ΑΕΚ, ΜΠΑΣΚΕΤ

Μπλάκμαν: «Ήθελα να μείνω παραπάνω στην ΑΕΚ»

Ο παλαίμαχος all-star και πρώην αθλητής της ΚΑΕ ΑΕΚ, Ρολάντο Μπλάκμαν, μίλησε στο gazzetta.gr σχετικά με το παρελθόν του στην Ελλάδα.

Αναλυτικά όσα δήλωσε:

Ποια είναι η καλύτερη ανάμνηση απ’ την Αθήνα; «Ο κόσμος ήταν φανταστικός. Μου άρεσε να περπατάω, γιατί είχα την ευκαιρία να συναντώ ανθρώπους. Όλοι ήταν φιλικοί, όπου και αν πήγα. Ήταν εκπληκτικό. Στο Σύνταγμα, στην Κηφισιά, στη Νέα Φιλαδέλφεια, στην παραλιακή. Θυμάμαι ακόμη και ένα μικρό χωριό με παραλία, του οποίου δεν μπορώ να ανακαλέσω το όνομα, που πέρασα το Πάσχα. Όλοι με χαιρετούσαν και ήταν φιλικοί».

Τι θυμάσαι περισσότερο απ’ την ΑΕΚ; «Ήταν κάτι νέο και ενδιαφέρον. Κόουτς της ομάδας ήταν ο Βλάντο Τζούροβιτς, ενώ ο Μιχάλης Λεφάκης ήθελε την ΑΕΚ να κάνει ένα βήμα μπροστά. Δεν ήταν όμως τόσο οργανωμένη και ήταν δύσκολο. Γινόταν ένας “πόλεμος” με δολάρια για να βρεθούν παίκτες. Το μπάσκετ ήταν διασκεδαστικό. Έπαιζα απέναντι σε καλούς παίκτες και καλές ομάδες. Όμως το γήπεδο στη Φιλαδέλφεια είχε σπασμένα παράθυρα. Και το κρύο ήταν αφόρητο. Δεν μπορώ να το ξεχάσω. Όταν παίζαμε εκτός έδρας, τα γήπεδα ήταν ζεστά. Το δικό μας κρύο… Ήταν όμως μία εξαιρετική εμπειρία και το διασκέδασα».

«Στην ΑΕΚ γνώρισα και τον καλό μου φίλο, τον Μίρκο. Τον Μίρκο Μιλίσεβιτς! Διατηρούμε ακόμη επαφή. Είχαμε “δεθεί” εκείνη τη σεζόν, μαχόμασταν στο παρκέ για να πάρουμε τις νίκες και δημιουργήθηκε ένας ισχυρός δεσμός. Εύχομαι μόνο να είχαμε και άλλους παίκτες στο ρόστερ. Ο Μίρκο είχε ταλέντο. Και δεν πρέπει κανείς να κρίνει κάποιον απ’ την εμφάνιση. Σημασία έχει τι δίνεις στο παρκέ και με ποια συχνότητα. Και ο Μίρκο μπορούσε να βάλει στον καθένα 30 πόντους. Αυτά που μένουν είναι οι ιστορίες στα αποδυτήρια. Ο Μίρκο πάντα προκαλούσε γέλια. Και ο Τζούροβιτς ήταν εκεί και προσπαθούσε να μας προπονήσει και να μας καθοδηγήσει ουρλιάζοντας! Του το είχα πει, οτι στις ΗΠΑ δεν γίνεται αυτό. Αν ουρλιάζεις, τουλάχιστον δώσε μας γνώση. Όχι μόνο φωνές. Ο Μίρκο ήταν αυτός που προσπαθούσε να αλλάξει το κλίμα και έκανε πλάκα. Ήξερε ότι στο παρκέ δεν μπορούσε να τον σταματήσει κανείς. Είναι ένας εξαιρετικός και ευγενικός άνθρωπος. Ήταν πάντα χαλαρός και είχε εξαιρετική εμπιστοσύνη, όπως οι παίκτες στο ΝΒΑ. Ήξερε πως μπορούσε να σκοράρει απέναντι σε οποιονδήποτε αντίπαλο».

Παραπάνω ανέφερες και τον ιδιοκτήτη της ομάδας, τον Μιχάλη Λεφάκη. Υπάρχει κάποια ιδιαίτερη ανάμνηση; «Με τον Μιχάλη Λεφάκη είχαμε αμοιβαίο σεβασμό. Όταν καθυστερούσε μία πληρωμή, πήγαινα στο γραφείο του, του ζητούσα τα χρήματα και μου τα έδινε. Κι μετά συζητούσαμε. Μιλούσαμε για τη ζωή, για το μπάσκετ. Ρωτούσα για τις ταινίες του και αυτός μου έλεγε τι συνέβαινε. Ήταν μία εκπληκτική εμπειρία να τον ακούω».

Στην Ελλάδα συνάντησες ένα διαφορετικό κλίμα στις εξέδρες. Σε ενόχλησε; «Είμαι ανταγωνιστικός παίκτης, ένας All Star, οπότε οι φωνές δεν με ενοχλούν. Δεν με επηρεάζουν. Με απασχολούν μόνο όσοι είναι στο παρκέ μαζί μου, συμπαίκτες και αντίπαλοι. Εκείνοι που φωνάζουν, ας συνεχίσουν να το κάνουν. Λατρεύω τις φωνές και τις αντιδράσεις. Με αυτόν τον τρόπο (οι φίλαθλοι) δείχνουν πόσο νοιάζονται για τις ομάδες τους. Ήταν ξεχωριστό να τους έχουμε στο γήπεδο».

Τι συνέβη με εκείνη την ΑΕΚ; Τι της έλειπε; «Θα έπρεπε να είχαμε και άλλους παίκτες να μας βοηθήσουν. Ήμασταν δύο καλοί παίκτες και μερικές φορές μας βοηθούσε ο Ποδαράς. Αλλά μέχρι εκεί. Είχε καλό παιχνίδι, αλλά δεν ήταν έτοιμος πνευματικά. Μόλις που μάθαινε να χρησιμοποιεί το ταλέντο του. Οπότε όταν παίζαμε εναντίον του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού, εκείνοι είχαν λύσεις. Εμείς όχι. Όταν πήγα στο Μιλάνο την επόμενη σεζόν, ήμουν μαζί με τον Μποντίρογκα, τον Τζεντίλε. Και άλλους καλούς παίκτες. Κερδίσαμε το πρωτάθλημα εκείνη τη σεζόν. Και λάτρεψα το Μιλάνο. Σκεφτόμουν να μείνω μόνιμα εκεί. Ένα υπέροχο μέρος, στο οποίο μου συμπεριφέρθηκαν υπέροχα».

Μετά από μία μεγάλη καριέρα στο Ντάλας και στο ΝΒΑ, η ΑΕΚ πως προέκυψε; «Η ζωή δεν είναι φαντασία. Είναι η πραγματικότητα και τη ζεις. Μόλις είχα τελειώσει να παίζω στη Νέα Υόρκη και στους Νικς. Έλεγα να αποσυρθώ και να δουλέψω στους Μάβερικς. Αλλά μέσα μου κάτι… έβραζε. Δεν ήθελα να τελειώσει. Ήθελα να παίξω. Η σεζόν είχε αρχίσει και κάποια στιγμή τον Δεκέμβριο ο ατζέντης μου λέει οτι έχει μία πρόταση από την Ελλάδα. Ο Ολυμπιακός είχε κλείσει το ρόστερ του, το ίδιο και ο Παναθηναϊκός. Μου είπε ότι η ΑΕΚ δεν είναι τόσο και έχει οικονομικά προβλήματα. Αλλά η ελληνική λίγκα είναι εξαιρετική. Ήταν εκεί ο Έντι Τζόνσον και εκείνος ο τεράστιος τύπος, ο Στόγιαν Βράνκοβιτς! Και είπα “Ας παίξουμε!!!!”. Ήταν μία καταπληκτική εμπειρία, είμαι ευλογημένος που κατάφερα να την ζήσω. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις βόλτες στις ταβέρνες. Μπορείς να ζήσεις τα πάντα και να μην χάσεις τίποτα, τους ανθρώπους, την κουλτούρα, την ευρωπαϊκή κουλτούρα. Δεν έζησα αρνητικότητα. Μόνο έδωσα το ταλέντο μου και ήθελα να μοιραστώ τη ζωή με τους άλλους. Πάντα λάτρευα να μου μιλάνε οι άνθρωποι, να με αναγνωρίζουν στο δρόμο. Και ποτέ δεν αρνήθηκα να μιλήσω σε κανέναν».

Εκείνη την εποχή στο πρωτάθλημα υπήρχε και ο θρυλικός Νίκος Γκάλης. Τον θυμάσαι; «Φυσικά! Ήταν μαζί και ο άλλος μεγάλος Έλληνας παίκτης, ο Γιαννάκης. Τους συνάντησα μετά από ένα ματς. Ήθελα να τους μιλήσω, να τους δείξω τον σεβασμό μου για όσα είχαν κάνει. Ακόμη τους θυμάμαι. Ειδικά ο Γκάλης ήταν εκπληκτικός με τον Εθνική».

Αυτό που μου έχει κάνει εντύπωση είναι πως θυμάσαι ελληνικά ονόματα και τοποθεσίες. Πώς γίνεται αυτό; «Είναι εύκολο να θυμάμαι ονόματα και τοποθεσίες. Δεν είναι μόνο το μπάσκετμπολ, αλλά και η ζωή. Συμβαίνουν την ίδια στιγμή. Η αλήθεια είναι πως ήθελα και άλλο. Να μείνω και άλλο στην ΑΕΚ».

Στο Ντάλας είσαι ένας θρύλος. Εκεί υπάρχει ο επόμενος σούπερ σταρ του ΝΒΑ, ο Λούκας Ντόντσιτς…. «Είναι ήδη σούπερ σταρ. Είναι νέος, ένας απίθανος παίκτης σε όλα τα επίπεδα. Σουτάρει, πασάρει, παίρνει ριμπάουντ και δείχνει το θάρρος και την ικανότητα να τελειώνει τις φάσεις. Έχει όλο το “πακέτο”. Απολαμβάνω να τον βλέπω. Αν μείνει υγιής, θα κάνει μία μεγάλη καριέρα και θα ανεβάσει το επίπεδο όλων. Είμαι χαρούμενος για τον οργανισμό των Μάβερικς».

Φυσικά στο ΝΒΑ υπάρχει και ο Γιάννης Αντετοκούνμπο… «Φανταστικός παίκτης! Είναι η επιτομή τι χρειάζεται για να γίνει κάποιος ένας απίθανος παίκτης. Έχει κίνητρο, την ευκαιρία να βρίσκεται σε μία καλή ομάδα που είναι στημένη πάνω του. Είναι και ένας γεννημένος αρχηγός, ο οποίος τα δίνει όλα, είναι ταλαντούχος. Ένας κανονικός σούπερ σταρ παίκτης. Επειδή μεγάλωσε στην Ελλάδα, είναι σημείο αναφοράς για τη χώρα. Και όταν τον βλέπω σε διάφορα μέρη της Αθήνας, θυμάμαι όσα έχω επισκεφθεί και εγώ. Και καταλαβαίνω πως τον υποδέχεται ο κόσμος».

Πάντως, πλέον είναι δύσκολο να παίξεις άμυνα με όλους τους κανόνες που υπάρχουν. Δεν μπορείς να στείλεις ένα… μήνυμα, με τον σκληρό τρόπο. «Είμαι χαρούμενος που ήμουν στο Ντάλας. Έκανα πολλά στην καριέρα μου. Είχα 50% στα σουτ, μπορούσα να σουτάρω τη μπάλα και είχα την ικανότητα να “κλείσω”πολλά παιχνίδια. Με ενδιέφερε να κερδίζει η ομάδα μου. Για να κατακτήσεις ένα πρωτάθλημα, πρέπει να είσαι και τυχερός. Είμαι ικανοποιημένος και νομίζω Ότι αν κάποιος έχει την καριέρα μου, έχει κάνει μία εξαιρετική καριέρα.»

Τι θυμάσαι περισσότερο από εκείνη την εποχή; «Ήμουν σε μία κορυφαία εποχή. Όταν ξεκίνησα ήταν ο Τζούλιους Έρβινγκ, ο Μόουζες Μαλόουν, ο Τζέιμς Γουόρθι. Στην Ανατολή υπήρχαν οι Μπόστον Σέλτικς, του Λάρι Μπερντ, του Κέβιν ΜακΧέιλ, του Ρόμπερτ Πάρις. Υπήρχε και το Ντιτρόιτ του ΑϊζάιαΤόμας και του Ντένις Ρόντμαν. Ήταν μία εποχή γεμάτη από τους κορυφαίους του αθλήματος, από το 1980 μέχρι το 1990. Σκληρό μπάσκετ, γεμάτο ταλέντο. Μη λησμονούμε τον Ρέτζι Μίλερ, τον Κλάιντ Ντρέξλερ. Και τον Μάικλ Τζόρνταν που ανέβαινε. Ήμουν εκεί, μαζί τους, στην… κορυφή της τροφικής λίστας. Λατρεύω τον ανταγωνισμό. Δεν μπορείς να είσαι καλός παίκτης, αν δεν σκέφτεσαι έτσι. Στη Δύση πέφταμε πάντα πάνω στους Λέικερς. Ήταν μία σκληρή ομάδα. Πάντα. Αυτούς θέλαμε να περάσουμε. Και είχαν ένα ρόστερ… Καρίμ, Μάτζικ, Γουόρθι, Σκοτ, ΜακΑντού, Κούπερ! Κάποιοι απ’ αυτούς ερχόντουσαν απ’ τον πάγκο. Είχαν All Star παίκτες παντού, ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση. Ποτέ δεν φοβήθηκα, ήμουν και εγώ ηγέτης. Μακάρι το 1988 να είχαμε το 7ο παιχνίδι στην έδρα μας και όχι στο Λος Άντζελες (σ.σ.: 4-3 οι Λέικερς με τον συγχωρεμένο Ρόι Τάρπλεϊ να κάνει επική σειρά). Στη συνέχεια πήραν και το πρωτάθλημα, νικώντας το Ντιτρόιτ (σ.σ.: Επίσης με 4-3)».

Ο Μπόγκνταν Τάνιεβιτς είναι ένας από τους αγαπημένους σου προπονητές. Ποια είναι η γνώμη σου; «Είναι σούπερ! Μπορούσε να κοουτσάρει στο ΝΒΑ, είχε τη γνώση να το κάνει. Μου θυμίζει τον Μπιλ Μπέλιτσεκ, τον προπονητή των Νιου Ίνγκλαντ Πέιτριοτς (NFL). Χωρίς αηδίες, δεν θα κάνεις πλάκα, δεν είσαι φιλαράκι μαζί του. Σεβασμός και αξία μαζί. Γι’ αυτό πήραμε το πρωτάθλημα στην Ιταλία. Ήμασταν μία ομάδα με αστέρια και μας έμαθε να παίζουμε όλοι μαζί. Σαν ένα! Το μεγαλύτερο μερίδιο ανήκει στον Τάνιεβιτς. Ένας παίκτης δεν είναι υπολογιστής. Επειδή θα του πεις κάτι, δεν σημαίνει ότι θα γίνει. Αν το καταφέρνεις, ωστόσο, είναι σημαντικό. Υπέροχο. Όταν έχεις μία ομάδα με ταλέντο, πρέπει να… πουλήσεις κάτι στους παίκτες για να πειστούν και να το κάνουν. Μακάρι να μέναμε άλλη μία χρονιά και να παίζαμε όλοι μαζί στην Ευρώπη».

Ο Τάνιεβιτς έχει τη συνήθεια να καπνίζει. Το έκανε και τότε; «Ναι! Τσακωθήκαμε πολλές φορές. Φυσικά και το έκανε και μαζί μας. Και στην Τουρκία, όταν ήμουν στο επιτελείο του, στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Κάπνιζε μόλις οι παίκτες ξεκινούσαν τα σπριντ! Καταφέραμε να τον πείσουμε να το κάνει στο τέλος. Είναι ένα ξεχωριστός άνθρωπος, ο οποίος ξέρει μπάσκετ και πως να διαχειριστεί τους παίκτες του. Ήταν υπέροχο που ήμουν παίκτης και βοηθός του».